Δυό καλόγεροι που πήγαιναν σε προσκύνημα ,
έφτασαν στο πέρασμα ενός ποταμού.
Εκεί είδαν μια πολύ όμορφη κοπέλα , που
αναρωτιόταν τι να κάμει , μιας που το ποτάμι ήταν βαθύ και δεν μπορούσε να το
περάσει .
Χωρίς πολλά πολλά , ο ένας από τους δύο
καλόγερους , την πήρε στην πλάτη του και την πέρασε στην άλλη όχθη , όπου την
άφησε στην στεριά στις όχθες του ποταμού .
Ύστερα οι καλόγεροι συνέχισαν το δρόμο τους .
Ο άλλος καλόγερος όμως , μετά από μια ώρα
άρχισε να γκρινιάζει : ” Ασφαλώς δεν ήταν σωστό ν ἀγγίξεις τη γυναίκα .
Είναι αντίθετο προς τις εντολές Του Θεού να
έρχεσαι σε στενή επαφή με γυναίκες .
Πως μπορείς να κάνεις κάτι που είναι αντίθετο
με τους κανόνες των μοναχών ;
” Ο καλόγερος που κουβάλησε τη γυναίκα ,
προχωρούσε σιωπηλός .
Κάποια στιγμή όμως είπε : ” Εγώ κουβάλησα τη
γυναίκα και την άφησα στην όχθη του ποταμού πριν από μια ώρα !
Για μένα τέλειωσε εκείνο το γεγονός … εσύ
γιατί την κουβαλάς ακόμη ; ” …