Είπε ο Γέροντας. Ένας άνθρωπος ρώτησε. Εφ` όσο ο πατήρ
Ιάκωβος αγαπά το Θεό και τους Αγίους και τον Όσιο Δαβίδ και πιστεύει στα Ιερά
Λείψανα και στις Εικόνες και στο Θεό, γιατί ο Θεός επέτρεψε και πήγε στο
Νοσοκομείο και του έκανα σοβαρές εγχειρήσεις;
Επέτρεψε ο Θεός για να ταπεινωθώ.
Τον Άγιο Ιωάννη τον
Pώσο, ο Γέροντας τακτικά τον επισκεπτόταν, κυρίως
πηγαίνοντας για την Αθήνα για τους γιατρούς που τον παρακολουθούσαν.
Κάποτε πήγα έλεγε, ο γέροντας, και βλέπω τον άγιο ζωντανό
μέσα στη λάρνακά του.
Του λέω.
– Άγιε μου πως περνούσες στη Μικρά Ασία, τι αρετές είχες και
αγίασες;
Ο Άγιος μου απάντησε.
Μέσα στη σπηλιά που ήταν στάβλος κοιμόμουνα και με τα άχυρα
σκεπαζόμουνα τον χειμώνα για να μην κρυώνω. Είχα και την ταπείνωση και την
πίστη.
Σε λίγο μου λέει.
Περίμενε, πάτερ Ιάκωβε, γιατί ήρθαν τώρα δυο άνθρωποι και με
παρακαλούν για ένα παιδί άρρωστο. Περίμενε να πάω να βοηθήσω.
Ξαφνικά άδειασε η λάρνακα γιατί ο Άγιος έφυγε. Σε λίγη ώρα
ξαναγύρισε,
δεν τον είδα πως γύρισε, αλλά τον είδα να τακτοποιείται μέσα στη λάρνακα του
σαν ένας άνθρωπος.
(ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ)
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου