Αυτές οι τρεις ημέρες, τις οποίες η Εκκλησία
ονομάζει Μεγάλες και Άγιες, έχουν, μέσα στο λειτουργικό κύκλο της Μεγάλης
Εβδομάδας, έναν καθοριστικό σκοπό. Τοποθετούν όλες τις ιερές ακολουθίες στην
προοπτική του Τέλους · μας υπενθυμίζουν το εσχατολογικό νόημα τον Πάσχα.
Συχνά η Μεγάλη Εβδομάδα χαρακτηρίζεται σαν
περίοδος γεμάτη με «ωραιότατες παραδόσεις» και «έθιμα», σαν ξεχωριστό τμήμα του
εορτολογίου μας. Τα ζούμε όλα αυτά από την παιδική μας ηλικία σαν ένα
ελπιδοφόρο γεγονός που γιορτάζουμε κάθε χρόνο, θαυμάζουμε την ομορφιά των ακολουθιών,
τις επιβλητικές πομπές και προσβλέπουμε με κάποια ανυπομονησία στο Πασχαλινό
τραπέζι… Και υστέρα, όταν όλα αυτά τελειώσουν, ξαναρχίζουμε την κανονική μας
ζωή.
Αλλά άραγε καταλαβαίνουμε πως όταν ο κόσμος
αρνήθηκε τον Σωτήρα του, όταν ο Ιησούς «ήρξατο αδημονείν» και έλεγε: «περίλυπος
εστίν η ψυχή μου έως θανάτου», και όταν πέθανε στο Σταυρό, τότε η «κανονική
ζωή» σταμάτησε; Δεν είναι πια δυνατόν να υπάρξει «κανονική ζωή» γιατί ακριβώς
αυτοί που φώναζαν «Σταυ ρωσον Αυτόν!», αυτοί που Τον έφτυναν και Τον κάρφωναν
στο Σταυρό ήταν… «κανονικοί άνθρωποι». Τον μισούσαν και Τον σκότωσαν ακριβώς
γιατί τους τάραξε, τους χάλασε την «κανονική» ζωή τους. Και ήταν πραγματικά
ένας τέλεια «κανονικός» κόσμος αυτός που προτίμησε το σκοτάδι και το θάνατο από
το φως και τη ζωή… Με το θάνατο όμως του Χριστού ο «κανονικός» κόσμος και η
«κανονική » ζωή καταδικάστηκαν αμετάκλητα. Η μάλλον, θα λέγαμε ότι αποκαλύφθηκε
η αληθινή, η ανώμαλη φύση τους, η ανικανότητά τους να δεχθούν το Φως ·
αποκαλύφθηκε η τρομερή δύναμη του κακού μέσα τους. «Νυν κρίσις εστίν του κόσμου
τούτου · νυν ο άρχων του κόσμου τούτου εκβληθήσεται έξω» (Ιω. 12, 31).
Το Πάσχα σημαίνει το τέλος «αυτού του κόσμου».
Με το Θάνατο και την Ανάσταση του Ιησού Χριστού συντελέστηκε αυτό το τέλος, που
μπορεί να διαρκέσει εκατοντάδες αιώνες, χωρίς να αλλοιώνει τη φύση του χρόνου
τον οποίο ζούμε σαν «έσχατο καιρό». «Και οι χρώμενοι τω κόσμω τούτω ως μη
καταχρώμενοι · παράγει γαρ το σχήμα του κόσμου τούτου» (Α’ Κορ. 7, 31).
Η λέξη Πάσχα σημαίνει πέρασμα, διάβαση. Η
γιορτή της Διάβασης (Πάσχα) ήταν για τους Εβραίους η ετήσια ανάμνηση όλης της
ιστορίας της σωτηρίας τους · της σωτηρίας σαν πέρασμα από τη σκλαβιά των
Αιγυπτίων στην ελευθερία, από την εξορία στη γη της επαγγελίας. Ήταν επίσης η
προσδοκία της τελικής διάβασης στη Βασιλεία του Θεού. Και ο Ιησούς Χριστός
έγινε η εκπλήρωση αυτού του Πάσχα, έγινε το Πέρασμα. Αυτός πραγματοποίησε την
τελική διάβαση από το θάνατο στη ζωή από τούτο τον «παλαιό κόσμο» στον «καινό
κόσμο», στον «καινό χρόνο» της Βασιλείας του Θεού. Ο Χριστός έδωσε και σε μας
τη δυνατότητα για μια τέτοια διάβαση. Ζωντας «εν τω κόσμω τούτω» μπορούμε
ταυτόχρονα να μην είμαστε «εκ του κόσμου τούτου», δηλαδή να ελευθερωθούμε από
τη σκλαβιά στο θάνατο και την αμαρτία και να συμμετέχουμε στον «επερχόμενο
αιώνα». Για να γίνει αυτό θα πρέπει και εμείς επίσης να πραγματοποιήσουμε τη
δική μας, την προσωπική διάβαση · να καταδικάσουμε τον παλαιό Αδάμ μέσα μας, να
«ενδυθούμε» τον Χριστό – αυτό δηλαδή που γίνεται στο βάπτισμα με την τριπλή
κατάδυση και που είναι σύμβολο θανάτου – και να ζήσουμε την αληθινή ζωή εν Θεώ…
Μόνον έτσι το Πάσχα δεν γίνεται μια ετήσια
ανάμνηση – ι εροπρεπής και ωραία – γεγονότων του παρελθόντος. Αλλά είναι το
Γεγονός που μας προσφέρθηκε και αποτελεσματικά μας αποκαλύπτει ότι ο παρών
κόσμος μας, ο χρόνος μας, η ζωή μας έφτασαν στο Τέλος τους και ταυτόχρονά μας
αναγγέλλει την Αρχή της νέας ζωής…