Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Γεροντας Ιωσήφ: "Η πνευματική ζωή του ιερέα" - Γ΄ ΜΕΡΟΣ

   Στην άσκηση του λειτουργήματος της ιερωσύνης μπορούμε γενικά να διακρίνουμε τρεις περιόδους. Η πρώτη περίοδος αρχίζει από τον πρωτόπλαστο Αδάμ και τον πρωτόθνητο Άβελ, συνεχίζει με τον Σήθ, τον Ενώχ, τον Νώε, τον Αβραάμ, που πλείστες φορές πρόσφεραν θυσίες στο Θεό, και καταλήγει στους γιους και απογόνους του Αβραάμ μέχρι το Μωυσή. Σ’ αυτούς (και κυρίως στον Αβραάμ) δόθηκαν οι επαγγελίες και πλείστες θεοφάνειες. Η δεύτερη περίοδος είναι η περίοδος της ειδικής ιερωσύνης του Μωσαΐκού Νόμου, που αρχίζει με το μέγα προφήτη Μωυσή και τελειώνει στην εποχή του Χριστού με την ίδρυση της Χριστιανικής Εκκλησίας. Στην περίοδο αυτή η ειδική ιερωσύνη των «χριστών Κυρίου» βρισκόταν σε ιδιαίτερη έξαρση, το θείο θέλημα αποκαλυπτόταν πιο συχνά και δίδονταν οι ορθές και θεόπνευστες κατευθύνσεις της θρησκευτικής και κοινωνικής ζωής των ανθρώπων της εποχής. Εκεί στη θεοφάνεια της φλεγόμενης Βάτου αποκάλυψε ο Θεός τον εαυτό του˙ αργότερα στο Όρος Σινά, μιλώντας προς αυτόν πρόσωπο με πρόσωπο, του αποκάλυψε τα μυστικά της δημιουργίας, του έδωσε το Νόμο και καθιέρωσε ανάμεσα στο λαό την ιδιαίτερη τάξη του ιερατείου, καθορίζοντας με λεπτομέρειες τις διαδικασίες της τελετουργικής λατρείας που οι ιερείς θα επιτελούσαν από μέρους του λαού. Τόση σημασία έδωσε ο Θεός στην ιερωσύνη, ώστε διαχώρισε για το σκοπό αυτό μια από τις 12 φυλές του Ισραήλ. Εκείνο που πρέπει να επισημάνουμε εδώ είναι το αμετάθετο της βουλής του Θεού να αντιπροσωπεύεται διά των «χριστών» του, των ιερέων.
Τέλος, η τρίτη και κύρια περίοδος της ιερωσύνης είναι η χριστιανική εποχή. Λέγουμε κύρια περίοδος γιατί η ιερωσύνη της προχριστιανικής εποχής, αυτήν προετύπωνε και αυτήν προεικόνιζε. Οι ιερείς της Παλαιάς Διαθήκης δεν ήσαν παρά τύποι και προεικονίσεις του πραγματικού, του μοναδικού, του με απόλυτη έννοια ιερέα, του Χριστού, του μόνου απόλυτου Μεσίτη μεταξύ Θεού και ανθρώπων (Α’ Τιμ. β’ 5). Ο σαρκωμένος στη γή Θεός -Λόγος ήταν ο κατ’ έξοχή «Χριστός Κυρίου» (Λουκ. δ’ 18. Πράξ. δ’ 26-27. ι’ 38), ο πραγματικός ιερέας, που συνδυάζοντας στο Πρόσωπό Του και τον ιερουργό και το θύμα, πρόσφερε τον εαυτό του στο Θεό Πατέρα θυσίαν «υπέρ της του κόσμου ζωής» (‘ίω. στ’ 52). Τη θυσία αυτή τη μόνη αληθινή και λυτρωτική προεικόνιζαν οι διάφορες θυσίες της προχριστιανικής εποχής, που γι’ αυτό, μετά την προσφορά της, καταργήθηκαν, όπως καταργήθηκε και η νομική ιερωσύνη της Π. Διαθήκης.
Έτσι ο Χριστός, αφού έγινε Αρχιερέας, «διά του ιδίου αίματος εισήλθεν εφάπαξ εις τα Άγια (του ουρανού) αιωνίαν λύτρωσιν ευράμενος». «Τοιούτος ημίν έπρεπεν Αρχιερεύς, όσιος, άκακος, αμίαντος, κεχωρισμένος από των αμαρτωλών και υψηλότερος των ουρανών γενόμενος» (Έβρ. θ’ 12. ζ’ 26). Τέτοιοι πρέπει να είναι και οι ιερείς της Εκκλησίας, που μετέχουν στην αρχιερωσύνη του Χριστού. (ΣΥΝΕΧΕΙΑ)

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Οι 24 Μικρές προσευχές του αγίου Ιωάννη του Χρυσοστόμου

Κύριε, μη στερήσης με των επουρανίων σου κ αιωνίων αγαθών. Κύριε, λύτρωσαι με των αιωνίων κολάσεων. Κύριε, είτε λόγω είτε έργω είτε κατά νουν κ διάνοιαν ήμαρτον, συγχώρησον μοι. Κύριε, λύτρωσαι με από πάσης ανάγκης κ αγνοίας κ λήθης κ ραθυμίας κ της λιθώδους αναισθησίας. Κύριε, λύτρωσαι με από παντός πειρασμού κ εγκαταλείψεως. Κύριε, φώτισον την καρδίαν μου, ην εσκότισεν η πονηρά επιθυμία. Κύριε, εγώ μεν ως άνθρωπος αμαρτάνω , συ δε ως Θεός ελέησον με. Κύριε, ίδε την ασθενεία της ψυχής μου κ πέμψον την χάριν σου εις βοήθειάν μου, ίνα εν εμοί δοξασθή το όνομά σου το άγιον. Κύριε Ιησού Χριστέ, έγγραψον το όνομά του δούλου σου εν βίβλω ζωής, χαριζόμενος μοι κ τέλος αγαθόν. Κύριε ο Θεός μου, ουκ εποίησα ουδέν αγαθόν’ άλλ’ αρξαίμην ποτέ τη ευσπλαγχία σου. Κύριε, βρέξον εις την καρδίαν μου την δρόσον της χάριτός σου. Κύριε ο Θεός του ουρανού κ της γης, μνήσθητί μου του αμαρτωλού, του αισχρού, του ...

Η ΑΙΡΕΣΗ Χ.Ο.Ε. – Α.Θ.Α.ΖΩ. ΣΩΜΑΤΕΙΟ ΦΙΛΑΔΕΛΦΕΙΑΣ

Η ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΥΠΕΡΗΦΑΝΕΙΑ- ΣΤΑΡΕΤΣ ΗΛΙΑΣ ΤΗΣ ΟΠΤΙΝΑ.

Κάποτε  στον γέροντα Σιλουανό ο διάβολος εμφανίστηκε μπροστά του Ο διάβολος είναι ένα πνεύμα, που μπορεί να υλοποιηθεί μόνο σύμφωνα με το θέλημα  του Θεού. Ο ερημίτης  αναρωτιόταν γιατί ενώ προσεύχεται  ο διάβολος ήταν μπροστά του, και δεν εξαφανίστηκε. Ο Κύριος του αποκάλυψε: αυτό οφείλεται στην πνευματική υπερηφάνεια. Και για να μην το έχει, έπρεπε να θεωρεί τον εαυτό του μικρότερο και πιο αμαρτωλό: για τις αμαρτίες του είναι ο κληρονόμος της κόλασης. Αν ο Κύριος μας έχει δώσει κάτι, τότε πρέπει να συνειδητοποιήσουμε ότι  όλα τα ταλέντα μας είναι επίγεια και πνευματικά - είναι από το Θεό. Δεν μπορούμε να είμαστε υπερήφανοι για τίποτα. Ούτε υλικά αγαθά, ούτε ψυχικά επιτεύγματα ούτε οποιεσδήποτε αξίες - δεν υπάρχει πλούτος στη γη.  Ο  Κύριος δίνει, σύμφωνα με το έλεός Του. Δεν υπάρχει ταλέντο, καμία δύναμη, καμία δουλειά - τίποτα δεν είναι δικό μας, αλλά μόνο η χάρη του Θεού. Επομένως, όλα τα πνευματικά πράγματα που έλαβε ο ερημίτης  Σιλουαν...