Ἀγαπητέ μου ἀδελφὲ κύριε
Βασίλειε,
«Χαῖρε ἐν Κυρίῳ»
Διάβασα τὸ βιβλίο σας [καί], ἂν
καὶ ἐγὼ δὲν εἶμαι ἁρμόδιος, θὰ σᾶς πῶ τὸ λογισμό μου ἐπάνω σ’ αὐτὰ πού μοῦ
γράφετε, μιὰ ποὺ τὸ ζητᾶτε. Κατ’ ἀρχὰς ὁ τίτλος τοῦ βιβλίου
«Ψυχολογία» [1] δὲν μοῦ ἄρεσε. Μέσα ἔχει πολλὰ καλὰ – καὶ πολὺ θὰ
βοηθήσουν τοὺς νέους- ἀλλὰ καὶ πολλὰ ἀπὸ αὐτά, ἐὰν δὲν τὰ γνώριζαν οἱ νέοι ( τὰ
λέγατε μόνο στοὺς ἐκπαιδευτικοὺς ), θὰ βοηθοῦσαν καλύτερα.
Μὲ πολλὴ ἀγάπη Χριστοῦ
Ὁ ἀδελφός σας
Μον. Παΐσιος
__________________________
[1] Ὁ Γέροντας, ἐνῶ συνιστοῦσε στοὺς ἀσθενεῖς
νὰ συμβουλεύωνται χριστιανοὺς ἰατροὺς -«διότι τοὺς φωτίζει ὁ Θεὸς» κατὰ τὸ
λόγιό του- εἶχε ἐκφράσει ἐπανειλημμένως τὴν ἀπαρέσκειά του πρὸς τὰ «ψυχολογικὰ»
βιβλία, ἀλλὰ καὶ πρὸς αὐτὴ τὴν ἴδια τὴν «ψυχολογία» καὶ τὴν «ψυχιατρικὴ» ἡ ὁποία
ἀσκεῖται ἀπὸ ἐπιστήμονες καὶ ἰατρούς, οἱ ὁποῖοι δὲν πιστεύουν στὴν ὕπαρξη τῆς ἀνθρώπινης
ψυχῆς, ὅπως δέχεται αὐτὴν ἡ θεολογία τῆς Ὀρθόδοξης Ἀνατολικῆς Ἐκκλησίας. Ὄντας ὁ
ἴδιος βαθὺς γνώστης, Χάριτι Θεοῦ, τοῦ μυστηρίου τῆς ἐνοικούσης στὸν ἄνθρωπο
λογικῆς καὶ νοερᾶς ψυχῆς, τῶν φυσιολογικῶν ἀλλὰ καὶ τῶν παθολογικῶν ἐκδηλώσεών
της, στενοχωριόταν καὶ ὑπέφερε πολύ, ὅταν ἔβλεπε τὶς βαριὲς ἀστοχίες καὶ τὰ
λάθη στὴν ἀντιμετώπιση τῶν ἀσθενῶν αὐτῶν, τὰ ὁποῖα εἶχαν σοβαρότατες συνέπειες
γιὰ τὸν ἀσθενὴ καὶ τὸ περιβάλλον του.
Δεδομένου δὲ ὅτι οἱ πλεῖστοι ἀκαδημαϊκοὶ
δάσκαλοι τῆς ψυχιατρικῆς θεωροῦν ὅτι τὰ «ψυχικὰ φαινόμενα» ἔχουν μόνον βιολογικὸ
ὑπόβαθρο –θεώρηση, ἡ ὁποία συνιστᾶ ἄρνηση τῆς ὕπαρξης ἄυλης, νοερῆς καὶ λογικῆς
ψυχῆς στὸν ἄνθρωπο- ἦταν πολὺ ἐπιφυλακτικὸς ἢ ἀρνητικὸς γιὰ πολλὲς «θεραπεῖες»
ποὺ ἐφάρμοζαν οἱ προαναφερθέντες ψυχίατροι.
Ὁ Γέροντας θεωροῦσε ὅτι τὰ αἴτια
τῶν περισσοτέρων ψυχικῶν ἀσθενειῶν εἶναι πνευματικὰ καὶ ὅτι τὰ «ψυχοφάρμακα» δὲν
θεραπεύουν, ἀλλὰ ἔχουν μόνον κατασταλτικὸ χαρακτήρα, καὶ ὅτι εἶναι δυνατὸν νὰ
χρησιμοποιοῦνται μὲ φειδὼ σὲ περιπτώσεις πασχόντων «ψυχασθενῶν», ἕως ὅτου
καταστῆ ἐφικτὴ ἡ ἐπικοινωνία μὲ αὐτούς.
[2] Ὁ Γέροντας θλίβεται καὶ πονᾶ, διότι
διαπιστώνει ὅτι πολλοὶ πνευματικοὶ (ἐξομολόγοι) ἔχουν ἐγκαταλείψει τὸ κύριο ἔργο
τους -ποὺ εἶναι ἡ διαποίμανση τῶν νέων- καὶ ἀσχολοῦνται μὲ ἔργα δευτερεύοντα.
Ταυτόχρονα δηλώνει τὴν σαφῆ ἀντίθεσή του πρὸς τὴν ἀνάθεση τοῦ ἔργου τῶν
πνευματικῶν σὲ ψυχιάτρους -καὶ φυσικὰ καὶ πρὸς τὴν περίπου ταυτόσημη μεταποίηση
τῶν πνευματικῶν σὲ ψυχιάτρους, ποὺ ἐπιχειρεῖται στὶς ἡμέρες μας. Τὸ ἀποτέλεσμα
εἶναι ν' αὐξάνουν οἱ τρόφιμοι τῶν ψυχιατρείων καὶ οἱ αὐτοκτονίες, ἐνῶ αὐτὰ θὰ
περιορίζονταν δραστικά, ἐὰν ἡ Ἐκκλησία μας διέθετε πολλοὺς θεοφώτιστους
πνευματικούς!