Κάποια φορά ο Γέρων Πορφύριος ξεκίνησε μαζί με τρία πνευματικά τέκνα του να πάνε σ’ ένα μοναστήρι, για να τελέσουν ένα Εσπερινό. Αρχικά, είπαν να πάνε με τα πόδια. Αφού, όμως, περπάτησαν κάποια απόσταση κι επειδή ο Γέρων Πορφύριος ήταν κουρασμένος, σκέφτηκαν, μια και το μοναστήρι εκείνο ήταν κάπως μακριά, να βρουν ένα μεταφορικό μέσον, αντί να πάνε με τα πόδια. Εκείνη την ώρα φάνηκε από μακριά ένα ταξί. Είπαν τότε στον Γέροντα οι συνοδοί του – και οι τρεις λαϊκοί, όχι κληρικοί– να κάνουν ένα νεύμα στο ταξί να σταματήσει, για να ρωτήσουν τον οδηγό αν μπορούσε να τους μεταφέρει στο μοναστήρι. «Μη φοβάστε», τους είπε, «θα σταματήσει μόνος του ο οδηγός του ταξί. Αλλά, όταν θα μπούμε στο ταξί, να μη μιλήσει κανένας σας στον οδηγό, μόνο εγώ θα του μιλήσω». Έτσι κι έγινε. Σταμάτησε ο οδηγός του ταξί, χωρίς αυτοί να του κάνουν νεύμα, μπήκαν μέσα και ο πατήρ Πορφύριος είπε στον οδηγό τον προορισμό τους. Μόλις ξεκίνησαν, ο οδηγός του ταξί άρχισε να καταφέρεται εναντίον τω...