Πόσο υπέροχη δωρεά! Είναι εγγύηση ατελείωτων
κι απέραντων ευλογιών! Δωρεά που βγήκε από τα χείλη του απείρου Θεού, ντυμένου
την πεπερασμένη ανθρώπινη φύση και καλουμένου με το ανθρώπινο όνομα του
Σωτήρα(2). Το όνομα υπό την εξωτερική του μορφή είναι περιορισμένο, άλλα
αντιπροσωπεύει κάτι το άπειρο, τον Θεό, από τον Οποίο αντλεί απέραντη, θεία
αξία, τη δύναμη και τις ιδιότητες του Θεού.
Ω, εσύ Χορηγέ ανεκτίμητης, αδιάφθορης δωρεάς!
Πως μπορούμε εμείς οι αμαρτωλοί θνητοί να δεχτούμε τη δωρεά; Ούτε τα χέρια μας,
ούτε ο νους μας, μα ούτε η καρδιά μας μπορούν να τη λάβουν. Δίδαξέ μας για να
γνωρίσουμε, όσο μπορούμε, το μεγαλείο της δωρεάς, τη σημασία της και τους
τρόπους να τη λαβαίνουμε και να τη χρησιμοποιούμε έτσι που να μη την
πλησιάζουμε με τρόπο αμαρτωλό, για να μη τιμωρηθούμε για αδιακρισία και
θρασύτητα, άλλα έτσι που, για να την καταλαβαίνουμε και να τη χρησιμοποιούμε
ορθά, να λάβουμε από Σένα άλλες δωρεές που Συ μας υποσχέθηκες και Συ μοναχά
γνωρίζεις.
Στα Ευαγγέλια, στις Πράξεις και τις Επιστολές
των Αποστόλων βλέπουμε την απέραντη πίστη των αγίων Αποστόλων στο όνομα του
Κυρίου Ιησού, όπως και τον απέραντο σεβασμό τους γι' αυτό. Στο όνομα του Κυρίου
Ιησού έκαναν τα πιο εκπληκτικά θαύματα. Δεν υπάρχει περίπτωση, από την οποία να
μπορούμε να μάθουμε πως προσεύχονταν στο όνομα του Κυρίου. Όμως, σίγουρα, έτσι
προσεύχονταν. Πως μπορούσαν να πράξουν αλλιώς, όταν η προσευχή εκείνη τους
δόθηκε από τον ίδιο τον Κύριο κι έτσι τους παρήγγειλε να προσεύχονται και όταν
η εντολή γι' αυτό επιβεβαιώθηκε με το να επαναληφθεί δύο φορές; Αν η Γραφή
σιωπά πάνω σ' αυτό το σημείο, είναι μόνο και μόνο γιατί η προσευχή αυτή ήταν σε
κοινή χρήση και ήταν τόσο καλά γνωστή που δε χρειαζόταν ειδική μνεία σ' αυτή.
Ακόμη και στα γραπτά κείμενα των πρώτων αιώνων του Χριστιανισμού, που έχουν
φτάσει μέχρι την εποχή μας, η προσευχή του Κυρίου δεν αποτελεί αντικείμενο
ξεχωριστής πραγματείας, αλλά μνημονεύεται μοναχά σε συνάρτηση με άλλα θέματα.
Στο βίο του αγίου Ιγνατίου του Θεοφόρου,
επισκόπου Αντιοχείας, που στεφανώθηκε με το φωτοστέφανο του μαρτυρικού θανάτου
στη Ρώμη, στα χρόνια του αυτοκράτορα Τραϊανού, διαβάζουμε αυτά τα λόγια: «Όταν
τον έπαιρναν για να τον καταβροχθίσουν τα άγρια θηρία και εκείνος είχεν
ασταμάτητα το όνομα του Ιησού στα χείλη του, οι ειδωλολάτρες τον ρώτησαν γιατί
θυμόταν το όνομα εκείνο αδιάλειπτα. Ο Άγιος απάντησε ότι είχε το όνομα του
Ιησού Χριστού γραμμένο μέσα στην καρδιά του κι ότι ομολογούσε με τα χείλη
Εκείνον που πάντα έφερε μέσα στην καρδιά του. Όταν τα άγρια θηρία είχαν
καταβροχθίσει τον Άγιο, η καρδιά του, με το θέλημα του Θεού, διατηρήθηκε
ανέπαφη ανάμεσα στα κόκαλά του. Οι άπιστοι τη βρήκαν και τότε θυμήθηκαν όσα
είχε πει ο Άγιος. Έτσι, έκοψαν την καρδιά εκείνη στα δύο, θέλοντας να μάθουν αν
ήταν αληθινό ο,τι τους είχε λεχθεί. Στο εσωτερικό των δύο κομματιών της καρδίας
βρήκαν μίαν επιγραφή γραμμένη με χρυσά γράμματα: ΙΗΣΟΥΣ ΧΡΙΣΤΟΣ. Έτσι ο άγιος
Ιγνάτιος ήταν θεοφόρος και στο όνομα και στην πράξη, έχοντας πάντα και φέροντας
μέσα στην καρδιά του το Θεό μας Χριστό, με το όνομά Του γραμμένο με το λογισμό του
νου σαν με κάλαμο».