Π. Αντώνιος Μπλούμ – Μητροπολίτης Σουρόζ (1914- 2003)
Όραση
Ο Χριστός μιλά για την καθαρή όραση που
χρειαζόμαστε για να βλέπουμε, τα πράγματα όπως είναι. Αν υπάρχει κάτι στραβό με
τα μάτια μας τότε προεκτείνουμε σκιές πάνω στα πράγματα η βλέπουμε, αντί γι’
αυτά, τα παραμορφωμένα σχήματα που τα φτωχά μας μάτια διαμορφώνουν στη φαντασία
μας. Αλλά η καθαρή όραση δεν είναι αρκετή. Πρέπει να διαλέξουμε και το σωστό
σημείο εποπτεύσεως. Πρέπει να βρούμε τη σωστή απόσταση, από την οποία μπορούμε
να δούμε ολόκληρο το αντικείμενο. Δεν είναι αυτό ουσιώδες για να κοιτάξουμε ένα
έργο τέχνης; Ένας πίνακας η ένα άγαλμα πρέπει να ιδωθεί ούτε από πολύ κοντά
ούτε από πολύ μακρυά. Υπάρχει το βέλτιστο σημείο, από όπου το βλέπουμε όπως
θέλησε ο καλλιτέχνης, από όπου μπορούμε να δούμε το όλο χωρίς να καταβληθούμε
από τα τμήματά του. Το ίδιο ισχύει για τις ανθρώπινες σχέσεις. Πρέπει να βρούμε
τη σωστή απόσταση, όχι στο χώρο και στο χρόνο αλλά στην εσωτερική ελευθερία•
την ελευθερία που είναι ένας σύνδεσμος αλλά όχι μια αλυσίδα.
Ένα παράδειγμα που χρησιμοποίησε σε κάποιο
προηγούμενο βιβλίο θα διασαφηνίσει ίσως το πράγμα καλύτερα από μια μακροσκελή
συζήτηση. Σε ένα αξιοσημείωτο βιβλίο ο Αγγλος συγγραφέας Charles Williams μας
δείχνει ένα κορίτσι που μόλις σκοτώθηκε σε μια συντριβή αεροπλάνου. Η ψυχή της
αποδεσμευμένη από το σώμα της ανακαλύπτει ένα νέο κόσμο που δεν τον είχε δει
ποτέ πριν μόλις εισχώρησε στον αόρατο κόσμο που είναι τώρα η μοναδική
πραγματικότητα γι’ αυτήν. Δεν μπορεί να δει τον ορατό κόσμο με τα μάτια της
ψυχής της. Κάποια στιγμή βρίσκει τον εαυτό της πλάι στον Τάμεση. Τον είχε δει
πριν σαν ένα φαύλο ξέσπασμα βρωμερού νερού, ένα χώρο αποβλήτων για το Λονδίνο.
Αλλά επειδή είναι τώρα εκτός του σώματός της και δεν συνδέει τα πάντα με τον
εαυτό της, βλέπει τον Τάμεση για πρώτη φορά. Τον ανακαλύπτει σαν μια
πραγματικότητα, ένα μεγάλο ποτάμι που κυλά μέσα σε μια μεγάλη πόλη. Τα νερά του
είναι βρώμικα και σκοτεινά, μεταφέρουν τα απόβλητα του Λονδίνου στη θάλασσα.
Αλλά αυτό γίνεται όπως θάπρεπε να γίνεται, αυτός είναι ο κανονικός τους ρόλος
και είναι αυθεντικά. Και όταν τα βλέπει όπως είναι και τα αποδέχεται, χωρίς
συναισθήματα και φυσική αποστροφή γιατί δεν μπορεί πια να αισθανθεί αηδία γι’
αυτά, αφού δεν έχει πια σώμα για να λουστεί σ’ αυτά η χείλη για να πιεί απ’
αυτά, βλέπει τα βάθη των υδάτων. Γίνονται όλο και λιγότερο σκοτεινά. Στο τέλος
γίνονται διάφανα. Αυτή η διαφάνεια μεγαλώνει μέχρις ότου στην καρδιά των υδάτων
βλέπει μια φωτεινή κλωστή που είναι το αρχέγονο νερό, όπως τό φτιαξε ο Θεός,
και στην καρδιά αυτού του αρχέγονου νερού, μία ακόμα πιο φωτεινή κλωστή, που
είναι το υπέροχο νερό που πρόσφερε ο Χριστός στη Σαμαρείτιδα.
Με την αποσωμάτωσή της η νεαρή κοπέλλα έγινε
ικανη να δει πράγματα για τα οποία πριν ήταν τυφλή. Το ίδιο ισχύει για μας. Αν
μπορούσαμε να αποκολληθούμε από τους εαυτούς μας και να κερδίσουμε την
εσωτερική ελευθερία που οι Πατέρες αποκαλούσαν απάθεια, δηλαδή απουσία παθών,
θα μπορούσαμε να δούμε τα πράγματα όλο και περισσότερο φωτεινά. Θα μπορούσαμε
επίσης να δούμε την αίγλη της παρουσίας του Θεού σ’ αυτό το σκοτεινό και
αδιαφανή κόσμο. Θα μπορούσαμε να δούμε τη Χάρη να δρα παντού και σε όλα τα
πράγματα. ... (ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ)