Π. Αντώνιος Μπλούμ – Μητροπολίτης Σουρόζ (1914- 2003)
Το είδος της συνάντησης.
Όπως και να το κάνουμε, καθένας που επιδιώκει
τη συνάντηση με τα βαθειά νοήματα του κόσμου είναι μόνος και πρέπει να μάθει να
αναγνωρίζει την ύπαρξη του άλλου. Και αυτή η αναγνώριση πρέπει να γίνει μέσα σε
μία σχέση κι όχι στην απομόνωση. Αυτό είναι σημαντικό. Δεν γνωρίζουμε τίποτα
και κανένα παρά μόνο μέσα από μία σχέση. Αν αποσυνδεθούμε, τίποτα δεν υπάρχει
για μας.
Αλλά είναι επικίνδυνο να μην ξέρουμε τίποτα
και κανένα παρά μόνο σε σχέση με τον εαυτό μας. Αυτό σημαίνει να αποκεντρώσουμε
το σύμπαν. Αναφέροντας τα πάντα στον εαυτό μας τον παραμορφώνουμε και τον
κάνουμε τόσο μικρό και τιποτένιο, όπως είμαστε εμείς, με τις μικρές και
τιποτένιες επιθυμίες μας. Έτσι όταν αρχίζουμε να αναγνωρίζουμε την ύπαρξη του
άλλου, πρέπει να είμαστε έτοιμοι να παραμερίσουμε ως ένα βαθμό τον εαυτό μας,
να τον υπερβούμε και να παραδεχθούμε τις ανάγκες του άλλου και τα δικαιώματά
του για ανεξαρτησία και ελευθερία, έξω από μας. Πρέπει να αποδεχτούμε αυτή την
ετερότητα που δεν μπορεί να παραγνωριστεί. Ο,τι και να κάνουμε, όσο καλά και να
τον ξέρουμε, όσο κοντά του κι αν είμαστε, και αυτό είναι ακόμα πιο αληθές για
τον άνθρωπο με το Θεό παρά για τον άνθρωπο με τον άνθρωπο, πάντα παραμένει ένα
κεντρικό μυστήριο που ποτέ δεν μπορούμε να το λύσουμε.
Στο Βιβλίο της Αποκαλύψεως υπάρχει ένα
εξαιρετικό εδάφιο, όπου ο Ιωάννης λέει ότι αυτοί που πηγαίνουν στη Βασιλεία
παίρνουν μία άσπρη πέτρα με ένα όνομα γραμμένο πάνω της το οποίο γνωρίζουν μόνο
αυτοί κι ο Θεός. Αυτό το όνομα δεν είναι η ετικέττα που μας δόθηκε και που μας
φωνάζουν σε αυτό τον κόσμο. Το αληθινό μας όνομα, το αιώνιό μας όνομα είναι
φτιαγμένο ακριβώς στα μέτρα μας, για όλη μας την ύπαρξη... Μας ορίζει και μας
εκφράζει τέλεια. Είναι γνωστό μόνο στο Θεό και Αυτός μας το ανακοινώνει. Κανείς
άλλος δεν μπορεί να το ξέρει γιατί εκφράζει τη μοναδικότητα της σχέσης μας με
το Δημιουργό μας. Πόσο συχνά φθείρονται ανθρώπινες σχέσεις γιατί ένας άνθρωπος
θέλει να αποκαλυφτεί περισσότερο από το δυνατό η γιατί ο άλλος άνθρωπος θέλει
να διεισδύσει σε μία περιοχή που είναι ιερή και μόνο για το Θεό. Είναι μια
μάταιη επιθυμία και δεν μπορεί να ικανοποιηθεί. Είναι σαν ένα παιδί που ψάχνει
να βρει την πηγή μιας πηγής, το σημείο από όπου αρχίζει να βγαίνει το νερό, το
σημείο πριν από το οποίο δεν υπάρχει νερό. Σ’ αυτή την περίπτωση μπορεί κανείς
μόνο να καταστρέψει, όχι να ανακαλύψει.
Αλλά δεν αρκεί να αναγνωρίσουμε το δικαίωμα
του άλλου για να υπάρχει, να αποδεχτούμε αυτή τη μη παραγνωρίσιμη ετερότητα.
Πρέπει να είμαστε ικανοί να δούμε, να ακούσουμε και να κρίνουμε. Αλλοιώς η
συνάντηση δεν θα είναι καρποφόρα. ... (ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ)